Неодноразовий грецькою
Переклад: неодноразовий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Інші мови
Споріднені слова: неодноразовий
неодноразовий мовний словник грецька, неодноразовий грецькою
Переклади
- неоднаковість грецькою - ανομοιομορφία, ανομοιότητα, ανομοιότητας, ομοιότητας, διαφορετικότητα
- неоднозначність грецькою - ασάφεια, αμφισημία, ασάφειας, αμφιβολία, αμφισημίας
- неоднорідний грецькою - ακαθαρσία, αποσπασματική, ετερόκλητη, αποσπασματικά, ανομοιογενής, αποσπασματικές
- неодружений грецькою - περούκα, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Випадкові слова
Неодноразовий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες
Переклади: επαναλαμβάνεται, επαναλαμβανόμενη, επαναλαμβάνονται, επανειλημμένες, επαναλαμβανόμενες