Непов'язаний грецькою
Переклад: непов'язаний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
αμείβω, αποζημιώνω, πληρώνω, άσχετος, μη συνδεδεμένους, μη συνδεδεμένων, μη συνδεδεμένοι, άσχετα
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: непов'язаний
не пов 'язаний, непов'язаний мовний словник грецька, непов'язаний грецькою
Переклади
- неплідний грецькою - άγονος, άκαρπος, στείρος, άγονο, άγονα, άγονες, άγονη
- непоборний грецькою - αποφασισμένος, αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες
- неповага грецькою - περιφρόνηση, καταφρόνια, έλλειψη σεβασμού, ασέβεια, ασέβειας, την έλλειψη σεβασμού
- неповагу грецькою - περιφρόνηση, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
Випадкові слова
Непов'язаний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: αμείβω, αποζημιώνω, πληρώνω, άσχετος, μη συνδεδεμένους, μη συνδεδεμένων, μη συνδεδεμένοι, άσχετα
Переклади: αμείβω, αποζημιώνω, πληρώνω, άσχετος, μη συνδεδεμένους, μη συνδεδεμένων, μη συνδεδεμένοι, άσχετα