Непохитно грецькою

Переклад: непохитно, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σταθερά, ακράδαντα, σφικτά, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, σταθερή, εταιρείας
Непохитно грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: непохитно

непохитно синоніми, непохитно мовний словник грецька, непохитно грецькою

Переклади

  • непотрібність грецькою - εισβάλλω, ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον
  • непохитний грецькою - ακλόνητος, σταθερός, στάβλος, απτόητος, άκαμπτος, άκαμπτη, άκαμπτο, ...
  • непохитність грецькою - ακαμψία, δυσκαμψία, ανελαστικότητα, έλλειψη ευελιξίας, ακαμψίας
  • неправда грецькою - παραμύθι, ψέμα, ιστορία, αναλήθεια, ψεύδος, αναλήθειας, το ψέμα
Випадкові слова
Непохитно грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σταθερά, ακράδαντα, σφικτά, εταιρεία, επιχείρηση, επιχείρησης, σταθερή, εταιρείας