Нечутливий грецькою
Переклад: нечутливий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ανόητος, παράλογος, στυγνός, απάνθρωπος, αναίσθητος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη
Інші мови
Споріднені слова: нечутливий
нечутливий / numb (2007), нечутливий фільм, нечутливий онлайн, нечутливий мовний словник грецька, нечутливий грецькою
Переклади
- нечулий грецькою - στυγνός, απάνθρωπος, ψύχρα, chill, ψύξης, ψύξεως, χαλάρωσης
- нечупара грецькою - πατσαβούρα, πόρνη, βλάκας, βλαξ, Slob, αγροίκος, -ος
- нечутливість грецькою - μούδιασμα, αιμωδία, μουδιάσματος, το μούδιασμα, μουδιάσματα
- нечіткий грецькою - διστακτικός, ασαφής, αόριστη, ασαφείς, ασαφή, αόριστες
Випадкові слова
Нечутливий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ανόητος, παράλογος, στυγνός, απάνθρωπος, αναίσθητος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη
Переклади: ανόητος, παράλογος, στυγνός, απάνθρωπος, αναίσθητος, αδρανείς, ευαίσθητο, μη ευαίσθητες, μη ευαίσθητη