Нещасливий грецькою
Переклад: нещасливий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
κακόμοιρος, άτυχος, ελεεινός, δυστυχισμένος, πενιχρός, δυστυχής, δυσαρεστημένοι, δυσαρεστημένος, δυστυχισμένο
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: нещасливий
щасливий той хто, я нещасливий, нещасливий шлюб, нещасливий день, нещасливий випадок, нещасливий мовний словник грецька, нещасливий грецькою
Переклади
- нещадний грецькою - απομακρυσμένος, ψυχρός, απόμακρος, απόκεντρος, ανηλεής, ανελέητο, ανελέητη, ...
- нещадно грецькою - αλύπητα, ανηλεώς, ανελέητα, χωρίς έλεος, χωρίς οίκτο
- нещасливо грецькою - δυστυχώς, άδοξα, ευτυχείς αντιμετωπίζοντας
- нещасний грецькою - δυστυχισμένος, ελεεινός, κακόμοιρος, πενιχρός, άτυχος, ατυχής, ατυχές, ...
Випадкові слова
Нещасливий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: κακόμοιρος, άτυχος, ελεεινός, δυστυχισμένος, πενιχρός, δυστυχής, δυσαρεστημένοι, δυσαρεστημένος, δυστυχισμένο
Переклади: κακόμοιρος, άτυχος, ελεεινός, δυστυχισμένος, πενιχρός, δυστυχής, δυσαρεστημένοι, δυσαρεστημένος, δυστυχισμένο