Обробіть грецькою
Переклад: обробіть, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σκαλίζω, καλλιεργώ, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: обробіть
обробіть мовний словник грецька, обробіть грецькою
Переклади
- оброблятися грецькою - επεξεργασία, μεταποιημένα, μεταποιημένων, σε επεξεργασία, επεξεργασίας
- обробіток грецькою - πολιτισμός, καλλιέργεια, καλλιέργειας, την καλλιέργεια, καλλιέργειες, της καλλιέργειας
- обрубувати грецькою - αράζω, επονομάζω, λάπαθο, προβλήτα, αποβάθρα, μεταγλωττίζω, προχειρίζω, ...
- обруч грецькою - στεφάνι, κρίκος, στεφάνη, στεφάνης, χουπ
Випадкові слова
Обробіть грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σκαλίζω, καλλιεργώ, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν
Переклади: σκαλίζω, καλλιεργώ, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, την αντιμετώπιση, αντιμετωπίζουν