Обтічний грецькою
Переклад: обтічний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εξορθολογισμένη, βελτιωμένο, εξορθολογισμένο, εκσυγχρονισμένη, αεροδυναμικό
Інші мови
Споріднені слова: обтічний
обтічний мовний словник грецька, обтічний грецькою
Переклади
- обтяжуватися грецькою - παραφορτώνω, επιβαρύνονται, επιβαρυνθεί, επιβαρύνεται, βαρύνεται, επιβάρυναν
- обтісувати грецькою - μεταγλωττίζω, επονομάζω, στίλβωση, Πολωνός, πολωνικός, polish, Πολωνικά
- обумовити грецькою - διαπραγματεύομαι, συμφωνώ, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
- обумовлений грецькою - συσκευασμένων, κλιματιζόμενο, συσκευασμένα, εξαρτημένη, προετοιμασμένο
Випадкові слова
Обтічний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εξορθολογισμένη, βελτιωμένο, εξορθολογισμένο, εκσυγχρονισμένη, αεροδυναμικό
Переклади: εξορθολογισμένη, βελτιωμένο, εξορθολογισμένο, εκσυγχρονισμένη, αεροδυναμικό