Обхват грецькою
Переклад: обхват, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
περιφέρεια, ύγγλα, ζώνω, περίμετρο, την περίμετρο
Інші мови
Споріднені слова: обхват
обхват бицепса, обхват ляжки, обхват запястья, обхват стегон, обхват бедер, обхват мовний словник грецька, обхват грецькою
Переклади
- обурливий грецькою - αισχρός, εξωφρενικό, εξωφρενική, εξωφρενικές, εξωφρενικά
- обурювати грецькою - σκανδαλίζω, σκανδαλίζουν, σκανδαλίσει, σκανδαλίζουν την, θα σκανδαλίσει
- обходження грецькою - μεταχείριση, χρήση, καταστρατήγηση, καταστρατήγησης, της καταστρατήγησης, την καταστρατήγηση, καταστρατηγήσεως
- обходити грецькою - αποφεύγω, παράκαμψης, παράκαμψη, bypass, παρακάμψεως, παρακαμπτήριο
Випадкові слова
Обхват грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: περιφέρεια, ύγγλα, ζώνω, περίμετρο, την περίμετρο
Переклади: περιφέρεια, ύγγλα, ζώνω, περίμετρο, την περίμετρο