Обшивка грецькою
Переклад: обшивка, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ταβάνι, τόρνος, στρώση, επικάλυψη, επένδυση, περίβλημα, μανδύα, τύλιγμα
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: обшивка
обшивка салона, обшивка бусів новий розділ, обшивка вагонкой, обшивка дверей, обшивка салону, обшивка мовний словник грецька, обшивка грецькою
Переклади
- обчищати грецькою - ξεφλουδίζω, συγκρίνουν, pare, πάρε, ξεκαθάρισε
- обшивання грецькою - τόρνος, περιτύλιγμα, δεσμευτικός, δεσμευτική, δέσμευσης, δεσμευτικός ως, δεσμευτικός ως προς
- обшир грецькою - εύρος, πλάτος, επέκταση, παράταση, επέκτασης, παράτασης, προέκταση
- обширний грецькою - εκτεταμένος, διεξοδικός, εκτενής, εκτεταμένη, εκτεταμένες, εκτενή, εκτεταμένο
Випадкові слова
Обшивка грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ταβάνι, τόρνος, στρώση, επικάλυψη, επένδυση, περίβλημα, μανδύα, τύλιγμα
Переклади: ταβάνι, τόρνος, στρώση, επικάλυψη, επένδυση, περίβλημα, μανδύα, τύλιγμα