Оператор грецькою
Переклад: оператор, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ακόλουθος, χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: оператор
оператор лайф, оператор мтс, оператор киевстар, оператор 096, оператор 068, оператор мовний словник грецька, оператор грецькою
Переклади
- оперативний грецькою - αποτελεσματικός, λειτουργικός, αποδοτικός, επιχειρησιακό, επιχειρησιακή, επιχειρησιακά, επιχειρησιακών, ...
- оперативність грецькою - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
- операційна грецькою - ιατρείο, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
- операційний грецькою - λειτουργικός, λειτουργίας, λειτουργικές, λειτουργικό, λειτουργικών, λειτουργικά
Випадкові слова
Оператор грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ακόλουθος, χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
Переклади: ακόλουθος, χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή