Осадити грецькою
Переклад: осадити, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
χαλιναγωγήσει, χαλιναγωγήσουν, τη συγκράτηση των, χαλιναγωγήσει τις, χαλιναγωγηθεί
Інші мови
Споріднені слова: осадити
осадити мовний словник грецька, осадити грецькою
Переклади
- осаджувати грецькою - ενισχύω, υποστηρίζω, πλάτη, πολιορκώ, ίζημα, καθιζάνει, καθιζάνουν, ...
- осаджуватися грецькою - κανονίζω, εγκαθίσταμαι, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
- осадка грецькою - κατάδυση, καταβύθιση, βύθιση, βύθισης, εμβάπτιση
- осадовий грецькою - ίζημα, κατακάθι, ιζήματα, ιζημάτων, ιζήματος
Випадкові слова
Осадити грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: χαλιναγωγήσει, χαλιναγωγήσουν, τη συγκράτηση των, χαλιναγωγήσει τις, χαλιναγωγηθεί
Переклади: χαλιναγωγήσει, χαλιναγωγήσουν, τη συγκράτηση των, χαλιναγωγήσει τις, χαλιναγωγηθεί