Отой грецькою

Переклад: отой, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
πιτσιρίκος, νταλίκα, ατζαμής, κομιστής, κυμάτισμα, αρχάριος, πανηγυρίζω, καρίνα, υπολογιστής, φορέας, κατάκτηση, χαίρομαι, πόρθηση, ακεραιότητα, επαναλαμβάνω, επισκέπτης, doth
Отой грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: отой

отой актер, отой волоцюга блудяга, отой даниэль, нелли отой, орор отой, отой мовний словник грецька, отой грецькою

Переклади

  • отже грецькою - επομένως, τόσο, άραγε, έτσι, συνεπώς, ως εκ τούτου
  • отож грецькою - έτσι, ώστε, τόσο, έτσι ώστε
  • ототожнення грецькою - ταυτότητα, αναγνώριση, ταύτιση, αναγνώρισης, ταυτοποίηση, ταυτοποίησης
  • ототожнювання грецькою - ταυτότητα, εντοπισμό, τον εντοπισμό, προσδιορίζοντας, προσδιορισμό, τον προσδιορισμό
Випадкові слова
Отой грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: πιτσιρίκος, νταλίκα, ατζαμής, κομιστής, κυμάτισμα, αρχάριος, πανηγυρίζω, καρίνα, υπολογιστής, φορέας, κατάκτηση, χαίρομαι, πόρθηση, ακεραιότητα, επαναλαμβάνω, επισκέπτης, doth