Очистка грецькою
Переклад: очистка, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
καθαρισμός, καθάρισμα, ξέφωτο, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, εκκαθάριση, συμψηφισμού
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: очистка
очистка реестра, очистка сточных вод, очистка диска, очистка организма, очистка кишечника, очистка мовний словник грецька, очистка грецькою
Переклади
- очеретяний грецькою - ύφαλος, βιασύνη, τρέχω, ορμή, καλαμώδης, Reedy, καλαμιώνων, ...
- очистити грецькою - εκλεπτυσμένος, καλλιεργημένος, εκκαθαρίζω, ραφινάτος, σαφής, σαφές, σαφή, ...
- очищати грецькою - φρονηματίζω, εκλεπτυσμένος, κολάζω, ραφινάτος, εκκαθαρίζω, καλλιεργημένος, τιμωρώ, ...
- очищається грецькою - εκκαθαρίζονται, εκκαθαριστεί, εκκαθάριση, σέντρα, καθαρίζεται
Випадкові слова
Очистка грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: καθαρισμός, καθάρισμα, ξέφωτο, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, εκκαθάριση, συμψηφισμού
Переклади: καθαρισμός, καθάρισμα, ξέφωτο, συμψηφισμός, εκκαθάρισης, εκκαθάριση, συμψηφισμού