Пагорок грецькою
Переклад: пагорок, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ανάδειξη, ανύψωση, ύψωση, λόφος, καμπούρα, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος
Інші мови
Споріднені слова: пагорок
пагорок мовний словник грецька, пагорок грецькою
Переклади
- пагорб грецькою - φιόγκος, δένω, λόφος, βουνό, όρος, κόμβος, λόφο, ...
- пагорки грецькою - λόφος, λόφο, λόφου, ύψωμα, Χιλ
- пагубний грецькою - ολέθριος, ολέθρια, κακοήθη, κακοήθους, κακοήθης
- пагін грецькою - ψεκάζω, μπόλι, γόνος, βλαστάρι, βλαστός, φυτρώνουν, βλαστού, ...
Випадкові слова
Пагорок грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ανάδειξη, ανύψωση, ύψωση, λόφος, καμπούρα, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος
Переклади: ανάδειξη, ανύψωση, ύψωση, λόφος, καμπούρα, εξογκώματος, εξόγκωμα, αυχένας, περιοχή εξογκώματος