Паз грецькою
Переклад: паз, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σχισμή, αυλακώνω, διοχετεύω, στεγαστικός, στέγαση, αυλάκι, ρείθρο, εντομή, κανάλι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: паз
паз 32054, пас де ла уэрта, паз купить, паз 3205 технические характеристики, паз автобус, паз мовний словник грецька, паз грецькою
Переклади
- паж грецькою - σελίδα, τραμπούκος, τηλεειδοποίησης, μπίπερ, pager, συσκευή τηλεειδοποίησης, τηλεειδοποιητής
- паже грецькою - τραμπούκος, Pajay
- пазур грецькою - καρφί, πρόκα, νύχι, δαγκάνα, νυχιών, σιαγόνας, νυχιού
- пазуха грецькою - κόλπος, κόλπων, κόλπου, φλεβοκομβικό, φλεβοκομβική
Випадкові слова
Паз грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σχισμή, αυλακώνω, διοχετεύω, στεγαστικός, στέγαση, αυλάκι, ρείθρο, εντομή, κανάλι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή
Переклади: σχισμή, αυλακώνω, διοχετεύω, στεγαστικός, στέγαση, αυλάκι, ρείθρο, εντομή, κανάλι, ράβδωση, αύλακα, αυλάκωση, εγκοπή