Партнер грецькою
Переклад: партнер, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σύντροφος, ταίρι, εύθυμος, παιχνιδιάρικος, βίζα, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: партнер
партнер дистрибьюшн, партнер ирпень, партнер тернопіль, партнер житомир, партнер ізяслав, партнер мовний словник грецька, партнер грецькою
Переклади
- партач грецькою - τσαγκάρης, εμβαλωμάτης, μπαλωμάτης, φρουτόπιτα, cobbler, τσαγκάρη
- партизан грецькою - παρτιζάνος, αντάρτης, θιασώτης, οπαδός, κομματική, κομματικά
- партнерство грецькою - συνεργασία, Συνεργασίες, εταιρικές σχέσεις, εταιρικών σχέσεων, συμπράξεις, εταιρικές σχέσεις για
- партійний грецькою - παρέα, συμβαλλόμενος, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Випадкові слова
Партнер грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σύντροφος, ταίρι, εύθυμος, παιχνιδιάρικος, βίζα, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
Переклади: σύντροφος, ταίρι, εύθυμος, παιχνιδιάρικος, βίζα, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης