Пасічник грецькою
Переклад: пасічник, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
μελισσοκόμος, μελισσοκόμου, μελισσοκόμο, μελισσοκόμους, μελισσοκόμων
Інші мови
Споріднені слова: пасічник
пасічник микола, пасічник віктор кондрюк, пасічник ігор демидович, пасічник василь, пасічник бюджетна система, пасічник мовний словник грецька, пасічник грецькою
Переклади
- пасьянс грецькою - πασιέντζα, Solitaire, μοναχικών, Μονόπετρο, πασιέντζας
- пасіка грецькою - μελισσοτροφείο, μελισσοκομείο, μελισσοκομείου, του μελισσοκομείου, το μελισσοκομείο, μελίσσι
- патент грецькою - ναυλώνω, καταστατικό, ευρεσιτεχνία, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ευρεσιτεχνίας, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
- патентний грецькою - ευρεσιτεχνία, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ευρεσιτεχνίας, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
Випадкові слова
Пасічник грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: μελισσοκόμος, μελισσοκόμου, μελισσοκόμο, μελισσοκόμους, μελισσοκόμων
Переклади: μελισσοκόμος, μελισσοκόμου, μελισσοκόμο, μελισσοκόμους, μελισσοκόμων