Перевантажування грецькою

Переклад: перевантажування, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
παραβλάπτω, παραφορτώνω, μετακομίζω, χειροτερεύω, επαναφόρτωση, την επαναφόρτωση, επαναφόρτωσης, μεταφόρτωσης, επανατοποθέτηση
Перевантажування грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: перевантажування

перевантажування мовний словник грецька, перевантажування грецькою

Переклади

  • перевантаження грецькою - χειροτερεύω, παραφορτώνω, υπερφορτώνω, παραβλάπτω, μετακομίζω, υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, ...
  • перевантаженість грецькою - συμφόρηση, συμφόρησης, της συμφόρησης, κυκλοφοριακής συμφόρησης, κυκλοφοριακή συμφόρηση
  • перевантажувати грецькою - υπερφόρτωση, υπερφόρτωσης, υπερφόρτισης, υπερφορτίσεως, υπερφόρτιση
  • переведення грецькою - μεταβίβαση, μετάθεση, μεταγράφω, μετατάσσω, μεταφορά, μεταφοράς, μεταβίβασης, ...
Випадкові слова
Перевантажування грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: παραβλάπτω, παραφορτώνω, μετακομίζω, χειροτερεύω, επαναφόρτωση, την επαναφόρτωση, επαναφόρτωσης, μεταφόρτωσης, επανατοποθέτηση