Передихнути грецькою
Переклад: передихнути, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ορθογραφώ, συλλαβίζω, διάστημα, ξόρκι, σημάνει, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει
Інші мови
Споріднені слова: передихнути
передихнути мовний словник грецька, передихнути грецькою
Переклади
- переддень грецькою - παραμονή, Εύα, παραμονές, Eve, την Εύα
- передих грецькою - εκεχειρία, ανακωχή, αναβολή, ανάπαυση, ανάπαυλα, ανάπαυλας, ανακούφιση
- передкризовий грецькою - προάγγελος, πριν από την κρίση, προ της κρίσης, προ κρίσης, πριν την κρίση, προ της κρίσης επίπεδα
- передмова грецькою - πρόλογος, πρόλογο, προλόγου, πρόλογό, προλογίζει
Випадкові слова
Передихнути грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ορθογραφώ, συλλαβίζω, διάστημα, ξόρκι, σημάνει, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει
Переклади: ορθογραφώ, συλλαβίζω, διάστημα, ξόρκι, σημάνει, ορθογραφικός, διευκρινίσει, να σημάνει