Переробка грецькою
Переклад: переробка, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
παρέλαση, διευθέτηση, διακανονισμός, τακτοποίηση, ετοιμασία, επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: переробка
переробка батарейок, переробка фотографій, переробка кам'яного вугілля, переробка нафти, переробка паперу, переробка мовний словник грецька, переробка грецькою
Переклади
- переривши грецькою - κλάσμα, ένα, μια, α, ένας, μία
- переробити грецькою - κόκκινος, ανακύκλωση, ανακυκλώνουν, την ανακύκλωση, ανακυκλώνει, ανακύκλωση των
- переробки грецькою - υποχωρώ, ανακύκλωση, ανακύκλωσης, την ανακύκλωση, της ανακύκλωσης, η ανακύκλωση
- переробляння грецькою - μετατροπή, pereroblyannya
Випадкові слова
Переробка грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: παρέλαση, διευθέτηση, διακανονισμός, τακτοποίηση, ετοιμασία, επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία
Переклади: παρέλαση, διευθέτηση, διακανονισμός, τακτοποίηση, ετοιμασία, επεξεργασία, μεταποίηση, επεξεργασίας, μεταποίησης, την επεξεργασία