Пишномовність грецькою
Переклад: пишномовність, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
μεγαλορρημοσύνη, αλαζονικό παραλήρημα, κομπάζω, στόμφος, αλαζονικό, κομπάζει
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: пишномовність
пишномовність мовний словник грецька, пишномовність грецькою
Переклади
- пишний грецькою - ωραίος, έξοχος, πόθος, μεγαλοπρεπής, υπέροχη, μαγευτική, υπέροχο, ...
- пишномовний грецькою - κινητός, ηχηρός, δύσκαμπτος, stilted, μονοκόμματο, επιτηδευμένο, πομπώδης
- пишнота грецькою - ακτινοβόλος, φλόγες, αστραφτερός, μεγαλείο, λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια, το μεγαλείο, ...
- пишноту грецькою - μεγαλείο, αστραφτερός, ακτινοβόλος, ωραιότητα, κοσμιότητα, κομψότητα, ωραιότης
Випадкові слова
Пишномовність грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: μεγαλορρημοσύνη, αλαζονικό παραλήρημα, κομπάζω, στόμφος, αλαζονικό, κομπάζει
Переклади: μεγαλορρημοσύνη, αλαζονικό παραλήρημα, κομπάζω, στόμφος, αλαζονικό, κομπάζει