Поблажливий грецькою
Переклад: поблажливий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
καλοκάγαθος, καλοήθης, ήπιος, επιεικής, συγχωρεί, να συγχωρεί, συγχωρώντας, συγχώρεση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: поблажливий
поблажливий мовний словник грецька, поблажливий грецькою
Переклади
- побити грецькою - κομματιάζω, συντρίβω, διάλλειμα, θρυμματίζω, διάλειμμα, σπάζω, κάλτσα, ...
- побитим грецькою - φασόλι, ξυλοδαρμό, ξυλοκοπήθηκε, χτυπημένο, χτυπημένα, ηττηθεί
- поблажливо грецькою - τρυφερότητα, όλο τρυφερότητα
- поблажливість грецькою - επιεικής, μακροθυμία, αποχή, μακρόθυμος, επιείκεια, απόλαυση, ανοχή, ...
Випадкові слова
Поблажливий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: καλοκάγαθος, καλοήθης, ήπιος, επιεικής, συγχωρεί, να συγχωρεί, συγχωρώντας, συγχώρεση
Переклади: καλοκάγαθος, καλοήθης, ήπιος, επιεικής, συγχωρεί, να συγχωρεί, συγχωρώντας, συγχώρεση