Повезло грецькою
Переклад: повезло, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
φασόλι, τυχερός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: повезло
повезло дзідзьо, повезло мужику, повезло твоему парню с тобой, повезло как утопленнику, повезло синонимы, повезло мовний словник грецька, повезло грецькою
Переклади
- поведінка грецькою - διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, της συμπεριφοράς
- поведінку грецькою - διαγωγή, φέρσιμο, συμπεριφορά, συμπεριφοράς, τη συμπεριφορά, η συμπεριφορά, της συμπεριφοράς
- повен грецькою - γεμάτος, μεστός, έσχατος, τρομερός, πλήρης, φοβερός, ολικός, ...
- повернений грецькою - αναθεωρώ, ανασκοπώ, ανασκόπηση, κριτική, αντιμετωπίζει, που αντιμετωπίζει, αντιμετωπίζουν, ...
Випадкові слова
Повезло грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: φασόλι, τυχερός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή
Переклади: φασόλι, τυχερός, τυχεροί, τυχεροί και, τυχερό, τυχερή