Поглинути грецькою
Переклад: поглинути, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
απορροφώ, καταβροχθίζω, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: поглинути
поглинути мовний словник грецька, поглинути грецькою
Переклади
- поглинати грецькою - καταποντίζω, καταβροχθίζω, κόλπος, απορροφώ, τυλίγω, κάτοικος, άβυσσος, ...
- поглинач грецькою - απορροφητήρας, απορροφητή, απορρόφησης, απορροφητής, απορροφητήρα
- поглиньте грецькою - καταβροχθίζω, καταποντίζω, απορροφώ, τυλίγω, Απορρόφηση, Απορροφήστε, Απορρόφησε, ...
- погляд грецькою - γνώμη, ματιά, άποψη, γνωμάτευση, θέα, ενόψει, όψη, ...
Випадкові слова
Поглинути грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: απορροφώ, καταβροχθίζω, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει
Переклади: απορροφώ, καταβροχθίζω, απορροφούν, απορροφήσει, απορροφήσουν, απορροφά, να απορροφήσει