Попит грецькою
Переклад: попит, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
απαιτώ, ζητώ, χρειάζομαι, απαίτηση, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, η ζήτηση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: попит
попит на ресурси, попит еластичний, попит на туристичні послуги, попит це, попит на робочу силу, попит мовний словник грецька, попит грецькою
Переклади
- поперечний грецькою - ματαιώνω, εμποδίζω, σταυρός, διασχίζουν, διασχίσουν, διασχίσει, περάσουν
- попечитель грецькою - κηδεμόνας, επιμελητής, θεματοφύλακας, επίτροπος, διαχειριστή, εντολοδόχου
- поплавець грецькою - φελλός, φλοτέρ, άρμα, πλωτήρα, επίπλευσης, float
- поплавок грецькою - φελλός, φλοτέρ, άρμα, πλωτήρα, επίπλευσης, float
Випадкові слова
Попит грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: απαιτώ, ζητώ, χρειάζομαι, απαίτηση, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, η ζήτηση
Переклади: απαιτώ, ζητώ, χρειάζομαι, απαίτηση, ζήτηση, ζήτησης, της ζήτησης, τη ζήτηση, η ζήτηση