Порівняний грецькою
Переклад: порівняний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εφάμιλλος, συγκρίσιμος, σχετικά, παραθετικός, σύγκριση, σε σύγκριση, σε σύγκριση με, σε σχέση, σχέση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: порівняний
порівняльний зворот, порівняний мовний словник грецька, порівняний грецькою
Переклади
- порівняйте грецькою - παραβάλλω, συγκρίνω, Σύγκριση, Συγκρίνετε, Σύγκρινε, συγκρίνετε τις
- порівняльний грецькою - σχετικά, παραθετικός, συγκριτικός, συγκριτική, συγκριτικές, συγκριτικής, συγκριτικό
- порівнянний грецькою - εφάμιλλος, συγκρίσιμος, συγκρίσιμα, συγκρίσιμες, συγκρίσιμη, συγκρίσιμων
- порівняння грецькою - σύγκριση, παραβολή, παραβάλλω, σύγκρισης, σχέση, συγκρίσεις, τη σύγκριση
Випадкові слова
Порівняний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εφάμιλλος, συγκρίσιμος, σχετικά, παραθετικός, σύγκριση, σε σύγκριση, σε σύγκριση με, σε σχέση, σχέση
Переклади: εφάμιλλος, συγκρίσιμος, σχετικά, παραθετικός, σύγκριση, σε σύγκριση, σε σύγκριση με, σε σχέση, σχέση