Привабливо грецькою
Переклад: привабливо, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
χειμώνας, διαχειμάζω, χαριτωμένος, ελκυστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά
Інші мови
Споріднені слова: привабливо
привабливо мовний словник грецька, привабливо грецькою
Переклади
- прив'язь грецькою - λουρί, το λουρί, λουριού, leash
- привабливий грецькою - όμορφος, πανέξυπνος, ωραίος, ελκυστικός, τετραπέρατος, ελκυστική, ελκυστικό, ...
- привабливість грецькою - θέαμα, αγχιστεία, συνάφεια, μαγεύω, γοητεύω, θέλγω, έλξη, ...
- приваблювати грецькою - προσελκύω, έλκω, επαινώ, τραβώ, επισύρω, προσέλκυση, προσελκύσει, ...
Випадкові слова
Привабливо грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: χειμώνας, διαχειμάζω, χαριτωμένος, ελκυστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά
Переклади: χειμώνας, διαχειμάζω, χαριτωμένος, ελκυστικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά