Процедурний грецькою
Переклад: процедурний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
διαδικασία, διαδικαστικός, διαδικαστικές, διαδικαστικών, διαδικαστικά, διαδικαστική
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: процедурний
процедурний кабінет, процедурний тип паскаль, процедурний розділ програми соціологічного дослідження, процедурний тип даних, процедурний кодекс, процедурний мовний словник грецька, процедурний грецькою
Переклади
- процвітіть грецькою - προκόβω, ευημερώ, ευδοκιμώ, protsvitit
- процедури грецькою - προχωρώ, προβαίνω, διαδικασιών, διαδικασίες, τις διαδικασίες, οι διαδικασίες, διαδικασίες που
- процент грецькою - ποσοστό, ποσοστού, ποσοστιαίες, ποσοστιαία, το ποσοστό
- процентний грецькою - ποσοστό, τοκοφόρα, τοκοφόρος, τοκοφόρο, έντοκη, τοκοφόρες
Випадкові слова
Процедурний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: διαδικασία, διαδικαστικός, διαδικαστικές, διαδικαστικών, διαδικαστικά, διαδικαστική
Переклади: διαδικασία, διαδικαστικός, διαδικαστικές, διαδικαστικών, διαδικαστικά, διαδικαστική