Пручатися грецькою
Переклад: пручатися, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντισταθεί, αντισταθούν, αντιστέκονται, αντιστέκεται, να αντισταθεί
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: пручатися
пручатися це, пручатися на русском, пручатися мовний словник грецька, пручатися грецькою
Переклади
- пручання грецькою - ανταγωνισμός, pruchannya
- пручатись грецькою - εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντισταθεί, αντισταθούν, αντιστέκονται, αντιστέκεται, να αντισταθεί
- прядиво грецькою - στριφογύρισμα, κάνναβις, κάνναβη, της κάνναβης, την κάνναβη, κάνναβης που
- прядка грецькою - ρόκα, ανέμη, περιστρεφόμενος τροχός, ο περιστρεφόμενος τροχός, στριφογυρίζει τον τροχό, ροδάνι
Випадкові слова
Пручатися грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντισταθεί, αντισταθούν, αντιστέκονται, αντιστέκεται, να αντισταθεί
Переклади: εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι, αντισταθεί, αντισταθούν, αντιστέκονται, αντιστέκεται, να αντισταθεί