Реорганізувати грецькою
Переклад: реорганізувати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
αναδιοργανώσει, αναδιοργανώσουν, αναδιοργανωθούν, την αναδιοργάνωση, αναδιοργανώσουμε
Інші мови
Споріднені слова: реорганізувати
реорганізувати шляхом перетворення, реорганізувати шляхом приєднання, реорганізувати мовний словник грецька, реорганізувати грецькою
Переклади
- реорганізація грецькою - αναδιοργάνωση, αναδιοργάνωσης, εξυγίανσης, εξυγίανση, αναδιάρθρωση
- реорганізовувати грецькою - αναδιοργανώσει, αναδιοργανώσουν, αναδιοργανωθούν, την αναδιοργάνωση, αναδιοργανώσουμε
- репатріація грецькою - ανταμείβω, ξεπληρώνω, επαναπατρισμός, επαναπατρισμό, επαναπατρισμού, τον επαναπατρισμό, του επαναπατρισμού
- репертуар грецькою - δραματολόγιο, ρεπερτόριο, επανάληψη, ρεπερτορίου, ρεπερτόριό, το ρεπερτόριο, το ρεπερτόριό
Випадкові слова
Реорганізувати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: αναδιοργανώσει, αναδιοργανώσουν, αναδιοργανωθούν, την αναδιοργάνωση, αναδιοργανώσουμε
Переклади: αναδιοργανώσει, αναδιοργανώσουν, αναδιοργανωθούν, την αναδιοργάνωση, αναδιοργανώσουμε