Розгорнений грецькою
Переклад: розгорнений, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
διαδίδω, επέκταση, φουντώνω, απλώνω, αναπτυχθεί, αναπτυχθούν, αναπτύσσονται, αναπτύσσεται, χρησιμοποιηθούν
Інші мови
Споріднені слова: розгорнений
розгорнутий виклад, розгорнутий титул, розгорнений мовний словник грецька, розгорнений грецькою
Переклади
- розголосіть грецькою - δημοσιεύει, δημοσιεύουν, δημοσιεύσει, δημοσίευση, δημοσιεύσουν
- розголошувати грецькою - αποκαλύψει, αποκαλύπτουν, κοινολογούν, αποκαλύψουν, κοινολογήσει
- розгорнути грецькою - παρατάσσω, ξεδιπλώνω, επεκτείνουν, επεκτείνετε, επεκτείνει, να επεκτείνουν, επεκταθεί
- розгорнутися грецькою - παρατάσσω, σειρά, στροφή, τη σειρά, σειρά του, τη σειρά του
Випадкові слова
Розгорнений грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: διαδίδω, επέκταση, φουντώνω, απλώνω, αναπτυχθεί, αναπτυχθούν, αναπτύσσονται, αναπτύσσεται, χρησιμοποιηθούν
Переклади: διαδίδω, επέκταση, φουντώνω, απλώνω, αναπτυχθεί, αναπτυχθούν, αναπτύσσονται, αναπτύσσεται, χρησιμοποιηθούν