Розламати грецькою
Переклад: розламати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
διάλλειμα, σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Інші мови
Споріднені слова: розламати
розламати мовний словник грецька, розламати грецькою
Переклади
- розладнувати грецькою - αναστατώ, αφαιρώ τας στροφίγγας, κλονίζω μυαλό
- розладьте грецькою - αταξία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
- розлив грецькою - πλημμύρες, κατακλύζω, πλημμυρίζω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, ...
- розливати грецькою - βρίθω, πετρελαιοκηλίδα, spill, Ποσότητα Χυένου Υλικού, Χυένου Υλικού, Ποσότητα Χυμένου Υλικού
Випадкові слова
Розламати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: διάλλειμα, σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο
Переклади: διάλλειμα, σπάζω, διάλειμμα, αντεπίθεση, διακοπή, διάσπαση, θραύση, σπάσιμο