Розсікати грецькою
Переклад: розсікати, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται
Інші мови
Споріднені слова: розсікати
розсікати мовний словник грецька, розсікати грецькою
Переклади
- розсудливо грецькою - κλαδεύω, τζούντο, εσκεμμένως, σύνεση, με σύνεση, σκοπίμως, εσκεμμένα
- розсудливість грецькою - λογική, σύνεση, σύνεσης, συντηρητικότητας, της σύνεσης, προληπτικούς
- розсіл грецькою - τουρσί, άλμη, αλατόνερο, άλμης, άρμη, αλατούχο διάλυμα
- розсіювання грецькою - διασπορά, διασκόρπιση, σκέδασης, σκέδαση, σκεδασμού, διασκορπισμού
Випадкові слова
Розсікати грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται
Переклади: φέτα, διαμελίζω, τεμαχίζω, αναλύω, τέμνονται, διασταυρώνονται, τέμνει, τέμνουν, να τέμνονται