Систематичний грецькою
Переклад: систематичний, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
τακτικότητα, συστηματικός, συστηματική, συστηματικής, συστηματικό, συστηματικές
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: систематичний
систематичний каталог, систематичний ризик, систематичний облік, систематичний код, систематичний проектний ризик, систематичний мовний словник грецька, систематичний грецькою
Переклади
- систематизувати грецькою - κανονίζω, τακτοποιώ, συστηματοποιώ, συστηματοποίηση, συστηματοποιήσει, συστηματοποιήσουν, συστηματοποιηθούν
- систематизуйте грецькою - οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
- систола грецькою - συστολή, συστολής, της συστολής, τη συστολή, η συστολή
- сисунець грецькою - βεντούζα, βλαστάρι, παραφυάδα, κορόιδο, sucker, το κορόιδο, ρούφηξα
Випадкові слова
Систематичний грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: τακτικότητα, συστηματικός, συστηματική, συστηματικής, συστηματικό, συστηματικές
Переклади: τακτικότητα, συστηματικός, συστηματική, συστηματικής, συστηματικό, συστηματικές