Скомпонований грецькою
Переклад: скомпонований, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ατάραχος, αποτελείται, που αποτελείται, απαρτίζεται, συγκείμενο, αποτελούμενη
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: скомпонований
скомпонований мовний словник грецька, скомпонований грецькою
Переклади
- сковорода грецькою - τηγάνι, ταψί, κατσαρόλα, πανοραμική λήψη, παν
- сколотини грецькою - βουτυρόγαλα, βουτυρογάλακτος, το βουτυρόγαλα, αποβουτυρωμένο γάλα, βουτυρογάλακτος σε
- скомпонувати грецькою - συνθέτω, αποτελώ, συγκροτώ, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, ...
- скомпілювати грецькою - συλλέγω, συντάσσω, μεταγλωττίζω, καταρτίζουν, συγκεντρώνουν, μεταγλώττιση, συγκεντρώνει, ...
Випадкові слова
Скомпонований грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ατάραχος, αποτελείται, που αποτελείται, απαρτίζεται, συγκείμενο, αποτελούμενη
Переклади: ατάραχος, αποτελείται, που αποτελείται, απαρτίζεται, συγκείμενο, αποτελούμενη