Скріпа грецькою
Переклад: скріпа, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
παρασύνθημα, προσυπογράψει, να προσυπογράψει, προσυπογράψει την, να προσυπογράψει την
Інші мови
Споріднені слова: скріпа
скріпа мовний словник грецька, скріпа грецькою
Переклади
- скручувати грецькою - ρολό, roll, κύλινδρο, ρολού, ονομαστική
- скрізь грецькою - παντού, κόσμο, οπουδήποτε, όλων των περιοχών, παντού στην
- скріпка грецькою - συνδετήρας, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
- скріплювання грецькою - στερέωση, συγκόλληση, συγκόλλησης, σύνδεση, σύνδεσης, δεσμού
Випадкові слова
Скріпа грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: παρασύνθημα, προσυπογράψει, να προσυπογράψει, προσυπογράψει την, να προσυπογράψει την
Переклади: παρασύνθημα, προσυπογράψει, να προσυπογράψει, προσυπογράψει την, να προσυπογράψει την