Сльотавий грецькою
Переклад: сльотавий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
λασπωμένος, λασπώδης, μουλιασμένο, λασπωμένου χιονιού, ολισθηρές επιφάνειες εντός
Інші мови
Споріднені слова: сльотавий
сльотавий мовний словник грецька, сльотавий грецькою
Переклади
- сльози грецькою - κλάματα, δάκρυα, τα δάκρυα, δακρύων, σχισμές
- сльота грецькою - λίπος, slush, λάσπη χιονιού, μισολειωμένο, μισολειωμένο προϊόν
- сльоту грецькою - λίπος, slush, λάσπη χιονιού, μισολειωμένο, μισολειωμένο προϊόν
- слюда грецькою - μυϊκός, μυώδης, μαρμαρυγίας, μαρμαρυγία, μίκα, μίκας, mica
Випадкові слова
Сльотавий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: λασπωμένος, λασπώδης, μουλιασμένο, λασπωμένου χιονιού, ολισθηρές επιφάνειες εντός
Переклади: λασπωμένος, λασπώδης, μουλιασμένο, λασπωμένου χιονιού, ολισθηρές επιφάνειες εντός