Спазму грецькою
Переклад: спазму, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς
Інші мови
Споріднені слова: спазму
спазму акомодації, спазму сосудов, гемифациальному спазму, спазму аккомодации, спазму мовний словник грецька, спазму грецькою
Переклади
- спазм грецькою - σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς
- спазматичний грецькою - σπασμωδικός, γαλβανικός, γαλβανική, γαλβανικής, γαλβανικό, γαλβανικού
- спайка грецькою - ομόνοια, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων
- спалах грецькою - φλας, λαμπυρίζω, εκδήλωση, πυροδότηση, ξέσπασμα, σπιθίζω, αναλαμπή, ...
Випадкові слова
Спазму грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς
Переклади: σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς