Спайка грецькою
Переклад: спайка, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ομόνοια, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: спайка
спайка кишок, спайка маточних труб, спайка яичника с маткой, спайка кишок после операции, спайка яєчника з маткою, спайка мовний словник грецька, спайка грецькою
Переклади
- спазматичний грецькою - σπασμωδικός, γαλβανικός, γαλβανική, γαλβανικής, γαλβανικό, γαλβανικού
- спазму грецькою - σπασμός, σπασμό, σπασμού, σπασμοί, σπασμούς
- спалах грецькою - φλας, λαμπυρίζω, εκδήλωση, πυροδότηση, ξέσπασμα, σπιθίζω, αναλαμπή, ...
- спалахнути грецькою - αναλαμπή, φλας, Flash, λάμψης, το Flash, ανάφλεξης
Випадкові слова
Спайка грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ομόνοια, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων
Переклади: ομόνοια, συγκόλλησης, κολλήσεις, κόλλησης, ύλης συγκολλήσεως, συγκολλητικό υλικό μετάλλων