Ставок грецькою
Переклад: ставок, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
συλλογίζομαι, αναμετρώ, ζυγιάζω, σταθμίζω, λιμνούλα, λίμνη, λίμνης, δεξαμενή, λιμνών
Інші мови
Споріднені слова: ставок
ставок заснув, ставок михайлина, ставок для риби, ставок для форелі, ставок слониця, ставок мовний словник грецька, ставок грецькою
Переклади
- ставлення грецькою - συγγενής, στάση, συμπεριφορά, στάσης, τη στάση, η στάση
- ставний грецькою - νοικοκυρεμένος, πετυχημένος, τακτοποιημένο, σκέτο, τακτοποιημένη
- стагнація грецькою - στασιμότητα, στασιμότητας, η στασιμότητα, τη στασιμότητα, αποτελμάτωση
- стадами грецькою - κοινωνικός, αγελαίος, κοπάδια, αγέλες, κοπαδιών, αγελών, οι αγέλες
Випадкові слова
Ставок грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: συλλογίζομαι, αναμετρώ, ζυγιάζω, σταθμίζω, λιμνούλα, λίμνη, λίμνης, δεξαμενή, λιμνών
Переклади: συλλογίζομαι, αναμετρώ, ζυγιάζω, σταθμίζω, λιμνούλα, λίμνη, λίμνης, δεξαμενή, λιμνών