Сталь грецькою
Переклад: сталь, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
βουτώ, ατσάλι, χάλυβας, κλέβω, ατσαλένιος, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: сталь
сталь 65г, сталь 35, сталь м, сталь 3, сталь 20, сталь мовний словник грецька, сталь грецькою
Переклади
- сталевої грецькою - χάλυβας, ατσάλι, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
- сталий грецькою - αδιάκοπος, αιώνιος, μόνιμος, συνεχής, σταθερός, παντοτινός, ενδελεχής, ...
- стальний грецькою - χάλυβας, ατσαλένιος, ατσάλι, Χάλυβα, Steel, βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα
- стальною грецькою - χάλυβας, ατσάλι, Χάλυβα, Steel, βιομηχανία σιδήρου και χάλυβα
Випадкові слова
Сталь грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: βουτώ, ατσάλι, χάλυβας, κλέβω, ατσαλένιος, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
Переклади: βουτώ, ατσάλι, χάλυβας, κλέβω, ατσαλένιος, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα