Схильність грецькою
Переклад: схильність, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
κλίση, εθισμός, ουρανίσκος, καθωσπρέπει, υπερώα, πρέπων, ευπρεπής, ικανότητα, διάθεση, όρεξη, ταλέντο, προκατάληψη, προτέρημα, σωστός, τάση, ροπή, εθισμό, εθισμού, τον εθισμό, ο εθισμός
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: схильність
схильність до стресу, схильність до споживання, схильність до споживання та схильність до заощадження, схильність психологія, схильність до утворення навязливостей характерна для, схильність мовний словник грецька, схильність грецькою
Переклади
- схильний грецькою - κατάλληλος, τάση, ροπή, επιρρεπής, εικαστικός, θέμα, υποκείμενο, ...
- схильності грецькою - ροπή, τάση, τάσης, ροπής, προδιάθεση
- схиляти грецькою - ακαμψία, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
- схилятися грецькою - πλώρη, τόξο, πλώρης, φιόγκο, το τόξο
Випадкові слова
Схильність грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: κλίση, εθισμός, ουρανίσκος, καθωσπρέπει, υπερώα, πρέπων, ευπρεπής, ικανότητα, διάθεση, όρεξη, ταλέντο, προκατάληψη, προτέρημα, σωστός, τάση, ροπή, εθισμό, εθισμού, τον εθισμό, ο εθισμός
Переклади: κλίση, εθισμός, ουρανίσκος, καθωσπρέπει, υπερώα, πρέπων, ευπρεπής, ικανότητα, διάθεση, όρεξη, ταλέντο, προκατάληψη, προτέρημα, σωστός, τάση, ροπή, εθισμό, εθισμού, τον εθισμό, ο εθισμός