Теплостійкий грецькою
Переклад: теплостійкий, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ανθεκτικά στη θερμότητα, ανθεκτικό στη θερμότητα, πυρίμαχο, θερμοανθεκτικά, ανθεκτική στη θερμότητα
Інші мови
Споріднені слова: теплостійкий
теплостійкий мовний словник грецька, теплостійкий грецькою
Переклади
- теплової грецькою - θερμικός, θερμική, θερμικής, θερμικό, θερμικές
- теплокровний грецькою - hematothermal
- теплотворний грецькою - θερμιδική, θερμογόνος, θερμογόνου, θερμογόνου δύναμης, θερμογόνο
- теплуватий грецькою - ζεστά, χλιαρός, χλιαρό, χλιαρή, χλιαρού, tepid
Випадкові слова
Теплостійкий грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ανθεκτικά στη θερμότητα, ανθεκτικό στη θερμότητα, πυρίμαχο, θερμοανθεκτικά, ανθεκτική στη θερμότητα
Переклади: ανθεκτικά στη θερμότητα, ανθεκτικό στη θερμότητα, πυρίμαχο, θερμοανθεκτικά, ανθεκτική στη θερμότητα