Удар грецькою
Переклад: удар, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
σκάβω, σουξέ, βαρώ, χτυπώ, κρούση, χειροκροτώ, σοκ, νύξη, κροτώ, χαϊδεύω, σαρκασμός, χτύπημα, μαχαιρώνω, εγκεφαλικό, κέντρισμα, απεργία, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: удар
удар русских богов, удар чернівці, удар львів, удар партия, удар тернопіль, удар мовний словник грецька, удар грецькою
Переклади
- удалий грецькою - ευτυχισμένος, πετυχημένος, Κατάργηση, Αφαίρεση, Αφαιρέστε, αφαιρέσετε, Βγάλτε
- удало грецькою - ευτυχισμένα, Κατάργηση, Αφαίρεση, Αφαιρέστε, αφαιρέσετε, Βγάλτε
- удари грецькою - στόκος, απεργίες, απεργιών, τις απεργίες, οι απεργίες, επιθέσεις
- ударити грецькою - βροντώ, βρόντος, κρότος, γδούπος, χαστούκι, Biff, ραπίζω, ...
Випадкові слова
Удар грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: σκάβω, σουξέ, βαρώ, χτυπώ, κρούση, χειροκροτώ, σοκ, νύξη, κροτώ, χαϊδεύω, σαρκασμός, χτύπημα, μαχαιρώνω, εγκεφαλικό, κέντρισμα, απεργία, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
Переклади: σκάβω, σουξέ, βαρώ, χτυπώ, κρούση, χειροκροτώ, σοκ, νύξη, κροτώ, χαϊδεύω, σαρκασμός, χτύπημα, μαχαιρώνω, εγκεφαλικό, κέντρισμα, απεργία, πλήγμα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση