Указівкою грецькою
Переклад: указівкою, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
στέκα, υποδεικνύοντας, αναφέροντας, δείχνει, δείχνοντας, υποδεικνύει
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: указівкою
указівкою мовний словник грецька, указівкою грецькою
Переклади
- указ грецькою - θεσπίζω, θέσπισμα, διάγγελμα, διάταγμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, ...
- указівка грецькою - ενημέρωση, άσκοπος, Μια δήλωση, δήλωση, Μία δήλωση, Η δήλωση, δήλωση σύμφωνα
- указівку грецькою - ενημέρωση, οδηγίες, τις οδηγίες, οδηγιών, οδηγίες που, οδηγίες χρήσης
- укладання грецькою - κράτηση, κηδεμονία, φύλαξη, συμπέρασμα, σύναψη, τη σύναψη, Συμπερασματικά, ...
Випадкові слова
Указівкою грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: στέκα, υποδεικνύοντας, αναφέροντας, δείχνει, δείχνοντας, υποδεικνύει
Переклади: στέκα, υποδεικνύοντας, αναφέροντας, δείχνει, δείχνοντας, υποδεικνύει