Усмак грецькою
Переклад: усмак, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
ικανοποιημένος, ικανοποιημένο, ευχαριστημένος, usmak
Інші мови
Споріднені слова: усмак
прислівник усмак, усмак мовний словник грецька, усмак грецькою
Переклади
- уславлений грецькою - ξακουστός, διάσημος, γνωστός, φημισμένος, περίφημος, διάσημο, διάσημη, ...
- уславлення грецькою - αποθέωση, έπαινος, έπαινο, επαίνους, τον έπαινο, επαίνου
- усмоктування грецькою - άντληση, αναρρόφηση, απορρόφηση, απορρόφησης, απορροφήσεως, την απορρόφηση, η απορρόφηση
- усмоктувати грецькою - πιπιλίζουν, απορροφούν, να πιπιλίζουν, απορροφήσει, πιπιλίζουν το
Випадкові слова
Усмак грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: ικανοποιημένος, ικανοποιημένο, ευχαριστημένος, usmak
Переклади: ικανοποιημένος, ικανοποιημένο, ευχαριστημένος, usmak