Усті грецькою

Переклад: усті, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
επιρροή, στόμιο, επενεργώ, επενέργεια, διέξοδος, εκβολή, εκβολές, εκβολών, εκβολές του, τις εκβολές
Усті грецькою
Споріднені слова
Інші мови

Споріднені слова: усті

усти над лабем, функції усті, усті мовний словник грецька, усті грецькою

Переклади

  • уступка грецькою - παραχώρηση, παραχώρησης, παραχωρήσεως, εκχώρησης, σύμβαση παραχώρησης
  • устя грецькою - επιρροή, επενέργεια, διέξοδος, πληροφορώ, επενεργώ, στόμιο, στομίου, ...
  • устілка грецькою - αυθάδεια, σόλας, πάτος, σόλα, εσωτερική σόλα, εσωτερικής σόλας
  • усування грецькою - Αντιμετώπιση προβλημάτων, Αντιμετώπιση, αντιμετώπισης προβλημάτων, προβλημάτων, Επίλυση προβλημάτων
Випадкові слова
Усті грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: επιρροή, στόμιο, επενεργώ, επενέργεια, διέξοδος, εκβολή, εκβολές, εκβολών, εκβολές του, τις εκβολές