Усушка грецькою

Переклад: усушка, Словник: українська » грецька

Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
συρρίκνωση, συρρίκνωσης, συστολή, συρρικνώσεως, η συρρίκνωση
Усушка грецькою
Інші мови

Споріднені слова: усушка

усушка мяса, усушка яблок, усушка зерна, усушка хлебобулочных изделий, усушка хлеба в печи, усушка мовний словник грецька, усушка грецькою

Переклади

  • усуньте грецькою - εκθρονίζω, αφαίρεση, αφαιρέστε, αφαιρέσετε, αφαιρέσει, απομακρύνει
  • усуспільнювати грецькою - κοινωνικοποιηθούν, κοινωνικοποιούνται, κοινωνικοποιήσουν, κοινωνικοποιήσει, να κοινωνικοποιηθούν
  • усюди грецькою - για, περί, παντού, περίπου, κόσμο, οπουδήποτε, όλων των περιοχών, ...
  • усюдисущий грецькою - πανταχού παρών, πανταχού παρούσα, πανταχού παρόν, πανταχού παρούσες, πανταχού
Випадкові слова
Усушка грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: συρρίκνωση, συρρίκνωσης, συστολή, συρρικνώσεως, η συρρίκνωση