Ущелину грецькою
Переклад: ущелину, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
στήνω, εξοπλίζω, ελπίζω, έντερο, ελπίδα, ευελπιστώ, φαράγγι, φαράγγι του, φαράγγι της, χαράδρα, Φαραγγιού
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: ущелину
ущелину мовний словник грецька, ущелину грецькою
Переклади
- ущелина грецькою - εξοπλίζω, ελπίδα, στήνω, καμινάδα, ελπίζω, σχισμή, έντερο, ...
- ущелини грецькою - φαράγγι, φαράγγι του, φαράγγι της, χαράδρα, Φαραγγιού
- ущемлення грецькою - φυλάκιση, εγκλεισμό, φυλάκισή, φυλάκισής, της φυλάκισης
- ущемляти грецькою - παράβαση, βλάψουν, να βλάψουν, βλάπτουν, βλάψει, επηρεάσει
Випадкові слова
Ущелину грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: στήνω, εξοπλίζω, ελπίζω, έντερο, ελπίδα, ευελπιστώ, φαράγγι, φαράγγι του, φαράγγι της, χαράδρα, Φαραγγιού
Переклади: στήνω, εξοπλίζω, ελπίζω, έντερο, ελπίδα, ευελπιστώ, φαράγγι, φαράγγι του, φαράγγι της, χαράδρα, Φαραγγιού