Хата грецькою
Переклад: хата, Словник: українська » грецька
Мова джерела:
українська
Мова перекладу:
грецька
Переклади:
οίκος, καλύβα, υπόστεγο, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
Споріднені слова
Інші мови
Споріднені слова: хата
хата рыбака, хата на тата 2013, хата на тата 2, хата на тата, хата на тата смотреть онлайн, хата мовний словник грецька, хата грецькою
Переклади
- харчуватися грецькою - γευματίζω, διαιτολόγιο, δειπνώ, διατροφή, παροιμία, φάω, τρώνε, ...
- харчуйтеся грецькою - τροφοδοτώ, ταΐζω, σιτίζω, φάω, τρώνε, φάει, φάτε, ...
- хатина грецькою - άγριος, καμπίνα, θαλαμίσκος, καλύβα, καλύβας, καλύβι, θάλαμος, ...
- хатній грецькою - εσωτερικός, εσωτερική, εσωτερικό, εσωτερικούς, εσωτερικού
Випадкові слова
Хата грецькою - Словник: українська » грецька
Переклади: οίκος, καλύβα, υπόστεγο, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
Переклади: οίκος, καλύβα, υπόστεγο, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία